email: odigospierias@gmail.com
κινητό: 693 486 8098 Τάσος

Λούθηρος 1952-2022: Και τώρα ποιος θα φυλάει την Κατερίνη από τον εαυτό της;

διαφήμιση

Της Μυρένας Σερβιτζόγλου

Τους δρόμους της Κατερίνης τους διέσχιζε πάντοτε μία ολάνθιστη γλάστρα. Με γυαλιστερό περιτύλιγμα, κόκκινο φιόγκο και καλογυαλισμένα φύλλα και άνθη. Η γλάστρα χοροπηδούσε σε κάθε λακκούβα ή σαμαράκι στο δρόμο, χόρευε στις ανοιχτές στροφές, αλλά έφτανε πάντα εγκαίρως στον προορισμό της. Ο εορτάζων έδινε χαρτζιλίκι και τράταρε το ψάθινο καπέλο -αν ήταν καλοκαίρι, πάνινο αν ήταν άνοιξη ή φθινόπωρο, σκούφο εάν ήτανε χειμώνας-.
Άλλες φορές, πάλι, το πλαστικό καφάσι αυτοσχέδια στερεωμένο στη σχάρα του ποδηλάτου μετέφερε μία τούρτα ή φρούτα και λαχανικά από κάποιο μανάβη. Η ιεροτελεστία παρέμενε η ίδια.

Ο Λούθηρος μπορεί να φορούσε την προβιά του διανομέα, -ήταν ο μακρινός πρόδρομος των σημερινών delivery boy ή man, όμως η πραγματική του ταυτότητα ήταν άλλη. Ήταν φύλακας του Μακόντο.

Το τελευταίο καλοκαίρι κυκλοφορούσε σε όλη την πόλη έχοντας ριγμένη στους ώμους μία πολύχρωμη βαμβακερή πετσέτα θαλάσσης. Πάντοτε είχε αδυναμία στα ρούχα με έντονα χρώματα. Ένα μπουφάν στην απόχρωση του οινοπνεύματος μέσα στο καταχείμωνο, σακάκι και καπέλο παραλλαγής με κόκκινο καρό φανελένιο πουκάμισο και άλικο φούτερ παντελόνι.

Η αληθινή αποστολή του Λούθηρου ήταν να φυλάει την πόλη της Κατερίνης από το να μη καταλήξει ο εαυτός της. Το Μακόντο είχε καταστραφεί από τον ίδιο λόγο που πίστευε ότι θα ακμάσει: από την εντατική παραγωγή και εμπορία μπανάνας στην περιβόητη Ζώνη της Μπανάνας στις βορειοανατολικές ακτές της μυθικής Καραϊβικής.

Όσο δεν υπάρχουν σε πόλεις σαν αυτές φύλακες, οι κάτοικοι μαστίζονται από πανδημίες αϋπνίας και λήθης, η μοναξιά είναι τόσο αφόρητη που μέχρι και οι νεκροί επιστρέφουν γιατί δεν την αντέχουν, ενώ έρχονται βροχές και μουσώνες που κρατούν για τέσσερα χρόνια, έντεκα μήνες και δύο ημέρες.

-Και τώρα ποιος θα μας κυνηγάει; Ήταν η αντίδραση των εννιάχρονων που το καλοκαίρι συνεχώς του πετούσαν μπορμπόλια και χαλίκια, σαν καθόταν ο Λούθηρος σε κάποιο παγκάκι στην πλατεία του Δημαρχείου να χαζέψει και να ξαποστάσει.

-Γιατί σας κυνήγησε ποτέ;

-Όχι, αλλά πάντοτε περιμέναμε να μας κυνηγήσει. Θυμάσαι τί σου είχε πει μία φορά;

-Πως δεν θυμάμαι. Αντί να δυσανασχετήσει ή να μου κάνει παράπονα, είχε αρκεστεί να μου πει «είναι λίγο ζωηρά, ε;»

Μία άλλη φορά Χριστούγεννα, διασχίζοντας την ίδια πλατεία η μητέρα είχε ζητήσει χρήματα να του δώσει για τις ημέρες.

-Μαμά δεν έχω ψιλά. Εκείνη ενοχλήθηκε.

-Ο πατέρας σου είναι στον ουρανό και δεν θα δώσουμε χρήματα στον Λούθηρο;

Οι μύθοι και φήμες που κυκλοφορούσαν για την πραγματική οικονομική κατάσταση του Λούθηρου ήταν ανάλογες με την καρδιά και τη μεγαθυμία του καθενός. Το καλοκαίρι όπως περνούσε από ένα πεζοδρόμιο της πλατείας -πάντα της ίδιας- ένας «καταστηματάρχης» και «οικογενειάρχης» είχε προσβάλει τον Λούθηρο αποδιώχνοντάς τον με τον πλέον σκαιό τρόπο. Εκείνος δεν αντιδρούσε ποτέ, έπιανε απλώς από καμιά φορά στασίδι στο μπιστρό του Μάνου ο οποίος ήταν από τους λίγους -αν όχι ο μόνος- που τον αφήνανε να καθίσει στο μαγαζί τους.

Ο Λούθηρος, μόνο χαμογελούσε, το δε βλέμμα του ήταν πιο ευαίσθητο και ευπαθές και από ζυγαριά φαρμακοτρίφτη. Μπορούσε να ανιχνεύσει από μέτρα προθέσεις και διαθέσεις. Από τα τρόφιμα που φύλαγε στο καφάσι του ποδηλάτου τάιζε όλα τα αδέσποτα και τα πετούμενα της πόλης.

Μοναχικός και «μεταρρυθμιστής», σαν τον Γερμανό μοναχό που έφερε το όνομά του, κανείς δεν γνωρίζει αν ο κατά κόσμον Κωνσταντίνος Τοκατλίδης κατάφερε κατά τι να μεταρρυθμίσει τα ήθη στην Κατερίνη. Όσο η φιγούρα του γκιζέριζε στο κέντρο της πόλης, δεν ήταν παρά ένας αλλόκοσμος εξισορροπιστής.

Όταν πεθαίνει κανείς, αρχίζουν τα μπόνους χωρίς αποδέκτη, θα έλεγε ο Κωστής Παπαγιώργης για όλους τους post mortum αποχαιρετισμούς στα σάιτς και τις εφημερίδες της Πιερίας. Αρακατάκα ήταν το πραγματικό όνομα του Μακόντο που στη γλώσσα των αυτόχθονων ιθαγενών σήμαινε «κρυστάλλινα νερά», από το ποτάμι που διέσχιζε την πόλη. Κάτι σαν τον αρχαίο Λεύκο, νυν Πέλεκα της Κατερίνης.

Και τώρα ποιος θα φυλάει το Μακόντο από τον εαυτό του;

Μυρένα Σερβιτζόγλου

Ειδήσεις σε ετικέτες

Σχετικά άρθρα