Φθινόπωρο στο Δίον
Στους βόρειους πρόποδες του Ολύμπου, σε περιοχή που εξασφαλίζει τον απόλυτο έλεγχο της στενής διάβασης από τη Μακεδονία στη Θεσσαλία, δεσπόζει το Δίον.
Άλλοτε σε απόσταση μόλις επτά σταδίων από τις ακτές του Θερμαϊκού, το Δίον υπήρξε η κατ’ εξοχήν ιερή πόλη των Μακεδόνων. Τραγουδώντας ο Ησίοδος γύρω στο 700 π.Χ τον έρωτα του Δία για τη Θυία, την κόρη του προπάτορα των Ελλήνων Δευκαλίωνα, αναφέρει ότι αυτή έμεινε έγκυος και γέννησε δυο παιδιά, το Μάγνητα και το Μακεδόνα, που έζησαν στην Πιερία γύρω από τον Όλυμπο.
Ο ιερός χώρος του Δία στην περιοχή αυτή ήταν το Δίον. Έφτασε σε μεγάλη ακμή κατά τους ελληνιστικούς χρόνους αλλά και στα ρωμαϊκά χρόνια, καθώς ήταν μια από τις πρωιμότερες αποικίες των Ρωμαίων στο μακεδονικό χώρο. Ωστόσο το Δίον, με περίμετρο τειχών 2550 μ. ούτε στα χρόνια του Θουκυδίδη ούτε, όμως, και πολύ αργότερα – στα ρωμαϊκά χρόνια – ξεπέρασε το επίπεδο ενός πολίσματος.
Για πρώτη φορά μαρτυρείται η ύπαρξη της πόλης του Δίου στο Θουκυδίδη, όταν εξιστορεί την πορεία του Σπαρτιάτη στρατηγού Βρασίδα από τη Θεσσαλία στη Μακεδονία το καλοκαίρι του 424 π.Χ. Αναλαμβάνοντας ο Αρχέλαος την εξουσία στη Μακεδονία (τέλος 5ου αι. π.Χ.) πρόσφερε σε λαμπρές τελετές θυσίες στον Ολύμπιο Δία.
Οργάνωσε ακόμη στο Δίο προς τιμή του Ολυμπίου Διός και των Μουσών αθλητικούς και θεατρικούς αγώνες – τα Ολύμπια τα εν Δίω – σε ισχύ ακόμη και γύρω στο 100 π.Χ., διάρκειας εννιά ημερών, σύμφωνα με το Διόδωρο και άλλους συγγραφείς.
Είναι πιθανόν να παίχτηκαν εκεί οι τραγωδίες του Ευριπίδη Αρχέλαος και Βάκχες, τις οποίες συνέθεσε στα τελευταία χρόνια της ζωής του στη μακεδονική αυλή.
Ένας ακόμη αρχαίος συγγραφέας, ο Δίων ο Χρυσόστομος, αναφέρει ότι οι Φίλιππος και Αλέξανδρος πανηγύριζαν τις νίκες τους στο Δίον με μεγαλοπρεπείς θυσίες στο Δία και στις Μούσες.
Στο Δίον γιόρτασε ο Φίλιππος Β’ την άλωση και καταστροφή της Ολύνθου, πρωτεύουσας της Χαλκιδικής Συμμαχίας, και στο ίδιο μέρος ο Μέγας Αλέξανδρος επικαλέστηκε τη βοήθεια του ύψιστου των θεών, πραγματοποιώντας την πανηγυρική ετοιμασία της εκστρατείας του στην Ασία.
Στο Δίον τοποθετήθηκε το περίφημο σύμπλεγμα του Λυσίππου, που έγινε με εντολή του Αλέξανδρου μετά τη μάχη του Γρανικού. Πρόκειται για τους χάλκινους ανδριάντες των 25 εταίρων που έπεσαν στη μάχη.
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Φιλίππου Ε΄ οι Αιτωλείς εισέβαλαν στην ιερή πόλη των Μακεδόνων, γεγονός που περιγράφει ο Πολύβιος. Ο στρατηγός Σκόπας κατέστρεψε τα τείχη της πόλης, το γυμνάσιο και πολλές οικίες και έβαλε φωτιά στο τέμενος του Ολυμπίου Διός.
Η πόλη κατάφερε να ανασυγκροτηθεί, αλλά λίγο αργότερα, το 169 π.Χ., καταλήφθηκε από τους Ρωμαίους και τον ύπατο Μ. Φίλιππο. Την πόλη θαύμασε και λεηλάτησε ο Κ. Κεκίλιος Μέτελλος μετά τη συντριβή της εξέγερσης του Ανδρίσκου (150 – 148 π.Χ.).
Ίσως η πρώτη εγκατάσταση αποίκων (coloni) να συντελέστηκε το 43 π.Χ. και να οφείλεται σε ενέργειες του Βρούτου, είναι όμως βέβαιο ότι η μαζική μεταφορά Ρωμαίων στην πόλη και η ίδρυση της colonia είναι έργο του Αυγούστου, αμέσως μετά τη νίκη του στη ναυμαχία του Ακτίου (31 π.Χ.).
Παρά το γεγονός ότι τα λατινικά ήταν η επίσημη γλώσσα στο Δίον, οι ελληνικές επιγραφές υπερτερούν σε αριθμό και μαρτυρούν τόσο την υπεροχή του ντόπιου στοιχείου, όσο και τον ταχύ εξελληνισμό των Ρωμαίων κατοίκων της πόλης.
Κατά τα παλαιοχριστιανικά χρόνια, η πόλη συρρικνώνεται και την κεντρική της περιοχή καταλαμβάνει παλαιοχριστιανική βασιλική του τέλους του 4ου αι. μ.Χ. Τη μετάβαση στη νέα θρησκεία μαρτυρούν οι δύο βασιλικές που κτίστηκαν πάνω στα ερείπια της αρχαίας πόλης και μία τρίτη έξω από τα τείχη της.
Τον 4ο αι. μ.Χ., ο Επίσκοπος του Δίου συμμετέχει στη Σύνοδο της Σερδικής και τον 5ο αι. μ.Χ. στη Σύνοδο της Εφέσου. Θύμα της εισβολής των Οστρογότθων, το Δίον δε θα επουλώσει ποτέ τις πληγές του. Οι πλημμύρες του ποταμού Βαφύρα, οι σεισμοί και ο χρόνος θα καλύψουν με λήθη την πόλη που εγκαταλείφτηκε κατά τον 5ο αι. μ.Χ. Οι κάτοικοι της μετοίκησαν σε ασφαλέστερες περιοχές στους πρόποδες του Ολύμπου. Η ανασκαφική έρευνα στο Δίον ξεκίνησε το 1928 από τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Γ. Σωτηριάδη, για να σταματήσει το 1931, αφού είχε επιτύχει να κατασκευαστεί το πρώτο κτίσμα για τη στέγαση των κινητών ευρημάτων.
Έπειτα από διακοπή 30 χρόνων, η έρευνα στο χώρο άρχισε εκ νέου από τον καθηγητή Γ. Μπακαλάκη, με πρωταρχικό ανασκαφικό στόχο την αποκάλυψη του οχυρωματικού περιβόλου.
Η τρίτη ανασκαφική περίοδος εγκαινιάζεται το 1973 από τον Δ. Παντερμαλή και το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Οι ανασκαφές συνεχίζονται έως σήμερα, εντός και εκτός της πόλης του Δίου. Βέβαιο είναι ότι η έρευνα θα πρέπει να συνεχιστεί για πολλά χρόνια ακόμα, προκειμένου να αποκαλυφτεί το σύνολο της αρχαίας πόλης και τα ιερά.
Αν και ο αρχαιολογικός χώρος του Δίου είναι αρκετά εκτεταμένος, η οργάνωσή του είναι σχεδόν υποδειγματική, καθώς προσφέρει στον επισκέπτη σαφείς διαδρομές για να περιηγηθεί ανάμεσα στα μνημεία. ΟΔΥΣΣΕΥΣ – Υπουργείο Πολιτισμού Υγ.
Υπεύθυνη της πανεπιστημιακής ανασκαφής μέχρι το καλοκαίρι του 2019 ήταν η μαθήτρια του Δ. Παντερμαλή και καθηγήτρια αρχαιολογίας του ΑΠΘ Σεμέλη Πινιάτογλου.
Περιγραφή
Καλύπτοντας χώρο έκτασης 1.500 στρεμμάτων, ο αρχαιολογικός χώρος του Δίου αποτελείται από μια οχυρωμένη πόλη, έκτασης 360 στρεμμάτων, πλαισιωμένη από χώρους λατρείας που κατοικήθηκε χωρίς διακοπή από τα κλασικά ως τα παλαιοχριστιανικά χρόνια.
Σε επάλληλα ανασκαφικά στρώματα αποκαλύφθηκαν ιδιωτικές κατοικίες, δημόσια κτήρια, καταστήματα και πολλά εργαστήρια ενταγμένα σε οικοδομικά τετράγωνα που ορίζονται από δρόμους. Κτισμένη τον 2ο αιώνα π.Χ. πάνω σε επίπεδο έδαφος, η πόλη του Δίου βρισκόταν σε απόσταση περίπου 1,5 χιλ. από τη θάλασσα και μέσω του πλωτού τότε ποταμού Βαφύρα συνδεόταν με αυτή.
Το τειχισμένο τμήμα της πόλης, σχεδόν τετράγωνο κατασκευασμένο σύμφωνα με το ιπποδάμειο σύστημα, διέθετε υποδειγματική ρυμοτομία, χαρακτηριστική της τεχνογνωσίας της εποχής του Μ. Αλεξάνδρου.
Τα έως σήμερα ανασκαφικά ευρήματα φυσικό είναι να ανάγονται στην πλειονότητα τους στους ρωμαϊκούς και στους μεταγενέστερους βυζαντινούς χρόνους: τόσο η μικρή επίχωση, όσο και η συνεχής κατοίκηση του χώρου εξαφάνισαν τα κατάλοιπα αρχαιότερων περιόδων, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις.
Η σημερινή εικόνα του αρχαιολογικού χώρου ανταποκρίνεται κυρίως στη ρωμαϊκή περίοδο της πόλης. Η κεντρική οδός, μήκους 670 μέτρων, που διασχίζει την πόλη από βόρεια προς νότια, πλακοστρωμένη στην αυτοκρατορική εποχή με μεγάλες πλάκες από κροκαλοπαγή λίθο, ανήκει ασφαλώς ως σχεδίαση στον κλασικό-ελληνιστικό πολεοδομικό ιστό.
Σε αυτόν ίσως τον αρχικό κάναβο ανήκουν και οι δευτερεύουσες, κάθετες και παράλληλες προς την κύρια αρτηρία, οδοί, τμήμα ενός ιπποδάμειου πολεοδομικού σχεδίου. Στα οικοδομικά τετράγωνα (insulae) που σχηματίζονται, αποκαλύφθηκαν καταστήματα, πολυτελείς κατοικίες, δημόσιες θέρμες, εργαστήρια, βεσπασιανές.
Κατασκευές του 2ου και του 3ου αιώνα μ.Χ. μαρτυρούν τον πλούτο και την ευμάρεια των κατοίκων της πόλης, Στη νότια παρυφή της αρχαίας πόλης βρίσκονται οι μεγάλες θέρμες, ένα εντυπωσιακό συγκρότημα κτηρίων που χρονολογείται στο 200 μ.Χ.
Στον ανατολικό τομέα ήρθε στο φως η έπαυλη του Διονύσου, που πήρε το όνομά της από τη μεγάλη ψηφιδωτή σύνθεση με παράσταση του θεού, που καλύπτει το δάπεδο της αίθουσας συμποσίων.
Έξω από τα τείχη αποκαλύφθηκαν τα ιερά του Δίου, το ελληνιστικό και το ρωμαϊκό θέατρο και το στάδιο. Η πεδινή διαμόρφωση του εδάφους υπαγόρευσε ασφαλώς το κανονικό σχήμα της πόλης (τετράγωνο), δεν αποκλείεται όμως τόσο στη ρυμοτομία, όσο και στην οχύρωση του Δίου να εφαρμόστηκε, όπως υποστηρίχτηκε, η εμπειρία που αποκόμισαν οι πολεοδόμοι της εποχής από τις νέες πόλεις που ίδρυσαν ο Αλέξανδρος και οι διάδοχοί του στις χώρες της Ασίας.
Ανάμεσα στους θεούς που λατρεύονταν στο Δίον κυρίαρχη θέση κατείχε ο Ολύμπιος Δίας, από τον οποίο πήρε το όνομά της η πόλη. Στο τέμενος του θεού βρέθηκαν λίθινες στήλες με κείμενα που αναφέρονταν σε συνθήκες συμμαχίας, διακανονισμούς συνόρων, τιμητικά ψηφίσματα κ.ά.
Το ιερό της Δήμητρας που βρίσκεται στα νότια, λίγο έξω από τα τείχη και την πύλη του κεντρικού δρόμου της πόλης, είναι το παλαιότερο μακεδονικό ιερό που γνωρίζουμε μέχρι σήμερα.
Η ζωή του ήταν συνεχής από το τέλος του 6ου αι. π.Χ. έως τις αρχές του 4ου αι. μ.Χ. Ανατολικά του ιερού της Δήμητρας αποκαλύφθηκε ιερό αφιερωμένο στη λατρεία των αιγύπτιων θεών, του Σάραπη, της Ίσιδας και του Άνουβη. Στο ίδιο ιερό υπάρχει μικρός ναΐσκος της Αφροδίτης Υπολυμπιδίας (της Αφροδίτης που λατρευόταν κάτω από τον Όλυμπο).
Το ελληνιστικό θέατρο του Δίου βρίσκεται έξω από τα τείχη και κατασκευάστηκε στα χρόνια του Φιλίππου Ε’ (221 – 179 π.Χ.).
Το ρωμαϊκό θέατρο εντοπίστηκε νοτιοανατολικά του ελληνιστικού και χρονολογείται στο 2ο αι. μ.Χ. Το νεκροταφείο του Δίου απλώνεται κυρίως νότια και ανατολικά της πόλης.
Τα ταφικά μνημεία χρονολογούνται από τον 5ο αι. π.Χ. έως τον 5ο αι. μ.Χ. ΟΔΥΣΣΕΥΣ – Υπουργείο Πολιτισμού
Πηγή: www.lifo.gr